ΣΧΕΣΕΙΣ ΠΛΗΘΥΣΜΟΥ ΚΑΙ ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝΤΟΣ

ΣΧΕΣΕΙΣ ΠΛΗΘΥΣΜΟΥ ΚΑΙ ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝΤΟΣ

Η ΕΞΕΛΙΞΗ ΤΟΥΣ ΣΕ ΜΕΡΙΚΕΣ ΔΙΑΣΚΕΨΕΙΣ ΤΩΝ ΗΝΩΜΕΝΩΝ ΕΘΝΩΝ

 

Το κείμενο αυτό (*) έχει σκοπό να παρουσιάσει συνοπτικά μερικά δεδομένα που αναδεικνύουν τον προβληματισμό σχετικά με τη σχέση «περιβάλλον-πληθυσμός» όπως εμφανίζεται στη λειτουργία των οργάνων και τις διασκέψεις των Ηνωμένων Εθνών κατά την πεντηκονταετία 1950-2000. Δεν χρειάζεται να τονιστεί ότι, όπως γίνεται φανερό, η σχέση «περιβάλλον-πληθυσμός» υπονοεί στην πραγματικότητα «περιβάλλον-πληθυσμός-ανάπτυξη».

 

 

Όπως φαίνεται από τη μελέτη των πρακτικών και των ανακοινώσεων, στην πρώτη φάση (1950-1980), δεν υπάρχουν γενικά αποδεκτές θέσεις που μπορούν να ισχύσουν σε παγκόσμιο επίπεδο αφού για κάθε χώρα η έννοια «δημογραφικό πρόβλημα» έχει διαφορετική σημασία. Για μερικές χώρες, η αύξηση του πληθυσμού και της πυκνότητάς του μπορούσε να σημαίνει «ανάπτυξη» ενώ για άλλες καταστροφή. Αυτό φανερώνει πολύ καλά ότι η οντότητα «πληθυσμός» αποτελεί πια μια ιδιαίτερη έννοια αλλά η Διάσκεψη της Στοκχόλμης (1972) δεν μπόρεσε να καταλήξει σε γενικές θέσεις για τις σύνολες (global) επιπτώσεις της ανάπτυξης του πληθυσμού.

 

Επακολουθεί η Διεθνής Διάσκεψη των ΗΕ για τον Πληθυσμό (1974) που έλαβε χώρα στο Βουκουρέστι. Τόσο η σχετική προετοιμασία, με το δεκαπενθήμερο συμπόσιο που έγινε προκαταβολικά στη Στοκχόλμη, όσο και η συζήτηση στην ίδια τη Διάσκεψη φανέρωσαν ότι  για τις διάφορες χώρες δεν υπάρχουν συγκλίνουσες προσεγγίσεις της έννοιας «αλληλεπίδραση πληθυσμού-περιβάλλοντος». Ούτε και στο Βουκουρέστι, λοιπόν, υπήρξε συναίνεση.

 

Στη Διεθνή Διάσκεψη για τον Πληθυσμό που έλαβε χώρα στην Πόλη του Μεξικού το 1984 κάτι άλλαξε. Πραγματικά, τα περιβαλλοντικά ζητήματα παρουσιάστηκαν σαν η τρίτη διάσταση της σχέσης πληθυσμού-περιβάλλοντος. Και μάλιστα, η γλώσσα που χρησιμοποιήθηκε εκεί, επρόκειτο να γίνει ο βασικός τρόπος έκφρασης κατά την επόμενη δεκαετία του 1990, αφού υποστηρίχτηκε ότι «η διατύπωση των εθνικών πληθυσμιακών στόχων και πολιτικών πρέπει να λάβει υπόψη την ανάγκη μακροπρόθεσμης βιώσιμης ανάπτυξης».  

 

Φτάνουμε έτσι στην περίφημη Διάσκεψη του Ρίο ντε Τζανέιρο (1992). Αυτή είναι που αποτελεί –έστω και θεωρητικά- έναν ακρογωνιαίο λίθο διεθνούς συναίνεσης για τη σχέση μεταξύ πληθυσμού και περιβάλλοντος με βάση την επιδίωξη της βιώσιμης ανάπτυξης. Οι έννοιες του πληθυσμού και του δημογραφικού εμφανίζονται συχνά τόσο στη «Δήλωση για το Περιβάλλον» όσο και στο λεπτομερές πρόγραμμα με τίτλο «Ατζέντα 21».

 

Πολύ πιο καθαρά τίθενται τα ζητήματα σχετικά με τον πληθυσμό στη Διεθνή Διάσκεψη για τον Πληθυσμό και την Ανάπτυξη που έλαβε χώρα στο Κάιρο το 1994. Η αύξηση του πληθυσμού εκτιμήθηκε ως ένας σοβαρός παράγων που αντιστρατεύεται τη βιώσιμη ανάπτυξη. Υπογραμμίστηκε εκεί ότι η επιβράδυνση της αύξησης του πληθυσμού  θα βοηθούσε τις χώρες να καταπολεμήσουν τη φτώχεια. Ακόμα και μια δεκαετία λιγότερη στη σταθεροποίηση («μετάβαση») του πληθυσμού θα μπορούσε να έχει θεαματικά αποτελέσματα.

 

Όμως η ξέφρενη πληθυσμιακή ανάπτυξη συνδέεται κατά την παρούσα εποχή με τη μεγέθυνση των «μεγαπόλεων» του Τρίτου Κόσμου. Δεν είναι παράδοξο συνεπώς ότι η Διάσκεψη για τους Ανθρώπινους Οικισμούς, που έγινε στην Κωνσταντινούπολη το 1996 (Habitat II), εντάσσεται και αυτή στην προβληματική των σχέσεων περιβάλλοντος – ανάπτυξης – πληθυσμού. Είναι βέβαιο ότι η αστική οπτική βάζει στο προσκήνιο και τη μετανάστευση αφού αυτή πραγματοποιείται ως αγροτική έξοδος προς τις πόλεις.

 

 

(*) Με βάση το: United Nations, World Population Monitoring 2001, New York, 2001

[GEANDER'S HOME PAGE] |
[ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ] | [ΕΙΔΟΣ ΘΕΜΑΤΩΝ] | [ΕΥΡΕΤΗΡΙΑ] | [ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΕΣ]

© Copyright 1999 Ioannis Rentzos All rights reserved.